sandal logo

poli 5
  • Home
  • Η πόλη
  • Τέχνες

Τέχνες

Εκτύπωση E-mail
Κοινωνικός Διαμοιρασμός:

Ζωγραφική

Η εξέλιξη της ζωγραφικής τέχνης χωρίζεται σε τρεις χρονικές περιόδους:

Το στίγμα στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Λαρισαίων όσον αφορά τη ζωγραφική τέχνη, από το 18ο αι. έως τον 19ο αι., δίνουν καλλιτέχνες που εξειδικεύονται κυρίως στην αγιογραφία και τη λαϊκή ζωγραφική.

Στην περιοχή της Θεσσαλίας οι απόηχοι της Επτανησιακής Σχολής και της Σχολής του Μονάχου έφθάσαν αποδυναμωμένοι. Η ενσωμάτωση της Θεσσαλίας σχετικά αργά (το 1881) σε σχέση με τη υπόλοιπη Ελλάδα στάθηκε τροχοπέδη για μια έντονη ή πολύ περισσότερο, εκρηκτική καλλιτεχνική αναγέννηση και στροφή προς τα δυτικά πρότυπα (δηλαδή, την εμφάνιση ειδών όπως η προσωπογραφία, και την ένταξη σκηνών ηθογραφικού και αλληγορικού χαρακτήρα κ.α.)

Παρόλαυτα, περίπου στο α΄ μισό του 19ου αι., διακρίνουμε μια ιταλίζουσα τεχνοτροπία όπως αυτή εκφράζεται στους αγιογράφους Νικόλαο Αργυρόπουλο, Κωνσταντίνο (δε γνωρίζουμε το επώνυμο του), Ι. Πανταστόπουλο ενώ τον πλούτο της κοσμικής λαϊκής ζωγραφικής βρίσκουμε στους Ιωάννη Ζερμπινό, Άνθια Οικονόμου, Παγώνη, Μιχάλη Παντόλφι, με αποκορύφωμα τη δράση του Θεόφιλου Χατζημιχάηλ, κάπως αργότερα, στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι., στην περιοχή της Θεσσαλίας.

Ο Νικόλαος Αργυρόπουλος, γεννήθηκε στη Νίκαια τη δεκαετία 1865-1870. Έχει αγιογραφήσει (δεσποτικές εικόνες σε τέμπλα, προσκυνητάρια, βημόθυρα κ.α.) σε εκκλησίες της περιοχής της Νίκαιας, την Ανατολή Αγιάς, τα Αμπελάκια (είναι ο κατεξοχήν «ζωγράφος του Κισσάβου»), το Μεγαλόβρυσο και την Έλαφο. Έργα του σώζονται μέχρι σήμερα. Στόλισε επίσης εκκλησίες σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας καθώς και το ναό της ελληνικής παροικίας στη Μασσαλία. Ζωγράφισε και κάποια κοσμικά θέματα στο αρχοντικό Φαβρ στο Μεταξοχώρι Αγιάς.

Κατά το β΄ μισό του 19ου αι. στη Β. Θεσσαλία και κυρίως στην παρολύμπια περιοχή έδρασε ο λαϊκός αγιογράφος Κωνσταντίνος από την Καρυά Ολύμπου, ο οποίος φιλοτέχνησε φορητές εικόνες μεγάλων διαστάσεων.

Οι Ιωάννης Ζερμπινός και Άνθια Οικονόμου κάνουν την εμφάνισή τους στη Λάρισα και την ευρύτερη περιοχή, μόλις στα τέλη του 18ου αι.
Έναν αιώνα μετά, στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αι., οι λαϊκοί τεχνίτες και ζωγράφοι διακοσμώντας οροφές οικιών, μιμούνται τον ευρωπαϊκό κλασικισμό, διατηρώντας όμως πάντα το λαϊκό και απλοϊκό ύφος τους.

Τέλος, ο Μιχάλης Παντόλφη ή Παντόλφι (1886-1968), γνωστό όνομα εκείνης της εποχής, ιταλικής καταγωγής, ήρθε στη Λάρισα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και διακόσμησε τα ψαράδικα της πόλης με θέματα θαλασσινά και ποιμενικά. Στο Δήμο Λάρισας έγινε δωρεά 6 αποτοιχισμένων τοιχογραφιών του με πρωτοβουλία της Λαογραφικής Εταιρείας Λάρισας.

Οι ζωγράφοι, στα τέλη 19ου αι.- αρχές 20ου αι., οι οποίοι έζησαν και δημιούργησαν στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Λαρισαίων, ήταν κυρίως επηρεασμένοι από τον μεταϊμπρεσσιονισμό και τα ιδιώματα της νεοελληνικής ζωγραφικής της γενιάς του ΄30.

Κριτήρια για την παρακάτω επιλεκτική αναφορά αντιπροσωπευτικών ζωγράφων θα αποτελέσουν η πορεία του καλλιτέχνη σε διεθνές ή εθνικό επίπεδο, η ιδιαίτερη σχέση του με τη Λάρισα και η εδραίωση/ αποδοχή του έργου του σε αυτή, στα πλαίσια κάποιας σχετικής όσο και ρευστής τοπικής «λαρισαϊκής συνείδησης».

Εκκινώντας από τη θέση ό,τι κάθε έργο, πόνημα ή καλλιτεχνικό δημιούργημα διαθλά διαφορετικές όψεις κοινωνικών πρακτικών σε ένα δεδομένο σύστημα επικοινωνίας, θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό να τονίσουμε ότι η Λάρισα, μετά την απελευθέρωση του 1881, χρειάστηκε χρόνο για να ωριμάσει στην πνευματική της ζωή. Χρειάστηκε, ακόμη, αρκετό καιρό ώστε η φυσιογνωμία της πόλης να μεταστοιχειωθεί -αναπλασθεί μέσω «ορατών», προσβάσιμων και πολλαπλών κοινωνικών δικτύων επικοινωνίας. Γι’αυτό, η λαρισαϊκή συνείδηση, στα τέλη του 19ου αι., αποτελούσε ακόμη μια «ιδέα σε εκκρεμότητα».

Οι ζωγράφοι που αναφέρονται, παρακάτω, μάλλον δε συγκροτούν κάποιο λαρισαϊκό καλλιτεχνικό ιδίωμα αλλά επηρεάζουν τις εξελίξεις της, και την συμπαρασύρουν σε ένα παιχνίδισμα με ευρύτερες τάσεις της νεοελληνικής ζωγραφικής, όπως αυτή της γενιάς του ’30.

Χαρακτηριστικές όσο και κεντρικές φυσιογνωμίες των πρώτων δεκαετιών του 20ου αι., είναι οι: Αγήνωρ Αστεριάδης (Λάρισα, 1898- Αθήνα, 1977), Βασίλης Ιθακήσιος (Ακρωτήρι Μυτιλήνης, 1879 – Αθήνα, 1977), Δανιήλ Δανιήλ (Τύρναβος 1914 – Αθήνα 1988), οι οποίοι, μαζί με τους: Γιώργο Ρήκα (1908), Ζήση Τσαπράζη (1911-1975), Δημήτριο Οικονομίδη (1913-1915), Δημήτρη Κατσικογιάννη (1915-1992), Ιωάννη Παπαϊωάννου (1920) ανέπτυξαν στη γειτονική πόλη του Βόλου, χωρίς απαραίτητα να διαμένουν σε αυτή, τη λεγόμενη «θεσσαλική προσπάθεια».

Ο Αγήνορας Αστεριάδης μοιραζόταν τις ανησυχίες του με όλους τους καλλιτέχνες του μεσοπολέμου. Ήταν μαθητής του Νικολάου Λύτρα, ενώ κατά τη διάρκεια της ωρίμανσης του, επηρεάστηκε από το έργο του Φώτη Κόντογλου. Μελέτησε εμβριθώς στοιχεία της βυζαντινής τέχνης, της λαϊκής παράδοσης αλλά και τις σύγχρονες τάσεις, ενώ συνέλεξε στοιχεία από την ελληνική λαϊκή αρχιτεκτονική, που τον επηρέασε στο ζωγραφικό του έργο. Η Διεθνής Έκθεση Παρισιού τον τίμησε με βραβείο, καθώς και η Έκθεση Βιβλίου Αθηνών (1939).

zografiki asteriadis politeia med

                     zografiki asteriadis ydreusi m

Αγήνωρ Αστεριάδης, Πολιτεία (Λάρισα), 1969, Αβγοτέμπερα σε ξύλο, 165Χ170 εκ (δωρεά Κ. & Ν. Αστεριάδη)
Φωτογραφία: Αρχείο Δ.Π.Λ.-Μ.Γ.Ι.Κ.

 

Αγήνωρ Αστεριάδης, Ύδρευσις πόλεως Λαρίσης από 1930 & έντευθεν
Φωτογραφία: Αρχείο Δ.Ε.Υ.Α.Λ.

Ο Βασίλειος Ιθακήσιος (γεννημένος στο Ακρωτήρι, Μυτιλήνης), ο επονομαζόμενος και «ζωγράφος του Ολύμπου», τα καλοκαίρια από το 1928 μέχρι το 1940 ζούσε αποτραβηγμένος σε μια σπηλιά του βουνού, το «Άσυλο των Μουσών», όπως το ονόμαζε ο ίδιος, και σε ύψος 1.680 μ., φιλοτέχνησε πάνω από 500 πίνακες στην προσπάθεια του να βιώσει και να απεικονίσει την ελληνική φύση.

Τέλος, ο Τυρναβίτης Δανιήλ Δανιήλ υπήρξε κυρίως τοπιογράφος (ζωγράφισε κατ’ επανάληψη τον Πηνειό), αλλά και προσωπογράφος και ανθογράφος. Υπήρξε μαθητής του Βικάτου, ενώ διατήρησε καλλιτεχνική επαφή και με τον Παρθένη. Ακολούθησε ευρύτερες σπουδές στην Ευρώπη τη δεκαετία του 1950, το 1955 εκλέχτηκε Διευθυντής Παραρτήματος της Σχολής Καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου και το 1972 καθηγητής στην ΑΣΚΤ.

Από τους τρεις παραπάνω, ο Αγήνωρας Αστεριάδης, αληθινό τέκνο της γενιάς του ΄30, δεν ασχολήθηκε μόνο με τη ζωγραφική του χρώματος (τοπιογραφία), αλλά και με τη ζωγραφική του βλέμματος. Οχι ότι το τοπίο απουσιάζει παντελώς από τη θεματογραφία του ζωγράφου. Απλώς οι εκπρόσωποι της γενιάς του '30 και οι επίγονοί τους στρέφονται προς το αστικό και συχνά το κατοικημένο τοπίο και το ερμηνεύουν μέσα από κώδικες (μαζί με τον Αστεριάδη, οι Βασιλείου, Τσαρούχης, Γ. Μανουσάκης κ.ά. κάνουν στροφή σε έναν ενδημικό ανθρωποκεντρισμό)*.

Η πρώτη μεταπολεμική έκθεση στη Λάρισα πραγματοποιήθηκε το 1956 και ήταν ατομική, του καλλιτέχνη Αγήνορα Αστεριάδη.

Πηγή: ΤΕΔΚ Ν. Λάρισας, Οδηγός Νομού Λάρισας, Περιφερειακές Εκδόσεις «έλλα», 2002.

* Μαρίνα Λαμπράκη- Πλάκα, «Παναγιώτης Τέτσης, Ο αλχημιστής των χρωμάτων. Η εικαστική πορεία του καταξιωμένου ζωγράφου διαγράφεται μέσα από την αναδρομική έκθεση που εγκαινιάζεται στην Εθνική Πινακοθήκη», Εφημερίδα, Το ΒΗΜΑ, Κυριακή 28 Μαρτίου 1999 - Αρ. Φύλλου 12526, Σελ.: Z03, 23/11/2008

Το 1979 διοργανώθηκε στην πρώτη γκαλερί της πόλης, το «Εργαστήρι», ομαδική έκθεση καλλιτεχνών. Η γκαλερί αυτή υπήρξε ο χώρος, στον οποίο εμφανίστηκε το νέο καλλιτεχνικό δυναμικό της περιοχής.

 

Το 1983 με την ίδρυση της Δημοτικής Πινακοθήκης Λάρισας - Μουσείο Γ. Ι. Κατσίγρα, τα έργα ζωγραφικής, Λαρισαίων και άλλων καλλιτεχνών βρήκαν μόνιμη στέγη. Παράλληλα, περιοδικές εκθέσεις καλλιτεχνών πραγματοποιούνταν και στον ισόγειο χώρο του Δημαρχείου.

Η πόλη, κατά τον 20ο αι., έχει να επιδείξει πολλούς αξιόλογους σύγχρονους καλλιτέχνες, που ζουν και εργάζονται είτε στη Λάρισα είτε στην Αθήνα. Ενδεικτικά αναφέρονται:

Ο Χρήστος Σαμαράς (γεν. 1940) ζωγράφος, γλύπτης και συντηρητής στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Σπούδασε γλυπτική στην ΑΣΚΤ. Έχει διακριθεί για τα έργα του, έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις και φιλοτέχνησε αρκετές προτομές.

Ο Γιώργος Ζιάκας (γεν. 1940) σπούδασε στην ΑΣΚΤ, στο εργαστήρι του Γ. Μόραλη και στο εργαστήρι του Β. Βασιλειάδη. Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις, έχει βραβευτεί και το όνομά του έχει συνδεθεί περισσότερο με το χώρο της σκηνογραφίας.

Ο Γιώργος Λαζόγκας (γεν. 1945) σπούδασε αρχιτεκτονική και ζωγραφική. Δίδαξε ζωγραφική στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΑΠΘ. Εκπροσώπησε την Ελλάδα σε μεγάλες διοργανώσεις του εξωτερικού και έργα του υπάρχουν σε ιδιωτικές και δημόσιες Συλλογές και Μουσεία. Οι συμμετοχές του σε ομαδικές εκθέσεις, με χρονική αφετηρία το 1970, ξεπερνούν σε αριθμό τις τριάντα. Ο Λαζόγκας διακρίθηκε μεταξύ νέων ζωγράφων σε παρουσίαση του Goethe Institut το 1970, κέρδισε το πρώτο βραβείο σε Πανελλήνιο Διαγωνισμό της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης το 1972, καθώς και το Prix Europe 1982 στην Οστάνδη του Βελγίου. Το 2006 οργανώθηκε από το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και το Μουσείο Μπενάκη αναδρομική έκθεση σχεδίων του.

Ο Κλεάνθης Χατζηνίκος (γεν. 1949) μαθήτευσε και εργάστηκε κοντά στον Γ. Τσαρούχη και έλαβε μέρος σε αρκετές εκθέσεις.

Ο Θανάσης Τότσικας (γεν. 1951 στη Νίκαια Λάρισας). Σπούδασε στην Αθήνα στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών το 1965 και στο Παρίσι στην Ecole Nationale Superieure des Beaux Arts το 1970. Το 1982 πραγματοποίησε την πρώτη του έκθεση, με τίτλο Μεταμορφώσεις 3 στην γκαλερί Δεσμός, ενώ συμμετείχε στην έκθεση Emerging Images στα πλαίσια των εκδηλώσεων Europalia '82 στην Αμβέρσα. Το 1992 πήρε μέρος στην ΙΧ Documenta του Kassel, ενώ το 1997 ήταν ένας από τους εκπροσώπους της Ελλάδας στην Biennale της Βενετίας.

Ο Ανδρέας Γιαννούτσος (γεν. 1953) σπούδασε στην ΑΣΚΤ. Έλαβε μέρος σε ομαδικές εκθέσεις, έργα του υπάρχουν σε πολλές ιδιωτικές και δημόσιες Συλλογές, σκηνογράφησε έργα του Θεσσαλικού Θεάτρου και διδάσκει στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

Ο Κώστας Νταής (γεν. 1954) σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Τήνου και ασχολείται με τη ζωγραφική και τη γλυπτική.

Ο Τάσος Μισούρας (γεν. 1963). Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με καθηγητές τους Γιάννη Μόραλη και Δημήτρη Μυταρά και συνέχισε μεταπτυχιακές σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού με καθηγητή τον Leonardo Cremonini.

Ο Λάζαρος Μαράβας (γεν 1964) σπούδασε στην ΑΣΚΤ, στο εργαστήριο του Νίκου Κεσανλή , όπου και αποφοιτεί το 1990. Το 1989 τελείωσε σκηνογραφία στο εργαστήριο του κ. Βασιλειάδη. Το 1998 εργάστηκε στα Studio του πανεπιστημίου Santa Krouz στην Αμερική. Το 1990 πραγματοποίησε την διπλωματική του στο Los Angeles. Από το 1990 έως σήμερα έχει στο ενεργητικό πολλές ατομικές εκθέσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Γλυπτική

Οι αντιπροσωπευτικότεροι Λαρισαίοι γλύπτες με διεθνή εμβέλεια είναι ο Φιλόλαος και η Νέλλα Γκόλαντα.

Ο Φιλόλαος (Philolaos), αδελφός του φωτογράφου Τάκη Τλούπα, γεννήθηκε το 1923, στη Λάρισα. Σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με δάσκαλο τον Μιχάλη Τόμπρο. Μαθήτευσε ακόμη στο εργαστήριο του Αθανάσιου Απάρτη. Ο τελευταίος ήταν μαθητής του Antoine Bourdelle.

Μετά το τέλος των στρατιωτικών του υποχρεώσεων (1947- 1950), αναχωρεί για το Παρίσι όπου παρακολουθεί την École Nationale Supérieure des Beaux-Arts. Θα μαθητεύσει δίπλα στο γλύπτη Marcel Gimond.

Στα έτη κοντά στο 1960, θα αρχίσει να συνεργάζεται με πολλούς αρχιτέκτονες και περιηγητές, και αυτό θα του επιτρέψει να προτείνει το έργο του εντός των δικών τους αρχιτεκτονικών προγραμμάτων και προτάσεων. Το 1963, φιλοτεχνεί το έργο “château-d'eau” στη Βαλέντσια με πρωτοβουλία του αρχιτέκτονα André Gomis, το οποίο τoν κάνει γνωστό διεθνώς ως «γλύπτη των αρχιτεκτόνων». Εκφράζεται παράλληλα με ένα υλικό που τον ελκύει ιδιαίτερα, αυτό του ανοξείδωτου χάλυβα.

Αξιοσημείωτο είναι να αναφερθούν οι πτυχώσεις που διακρίνουν τα έργα του από ανοξείδωτο χάλυβα, οι οποίες δημιουργούν διαγώνιες φόρμες με τρόπο που αμβλύνουν τη γεωμετρική αυστηρότητα, φθάνοντας έτσι σε μια παραστατικότητα που χαρακτηρίζεται από φυσικότητα και αυθορμητισμό. Αργότερα, θα στραφεί και σε άλλα υλικά όπως αυτό της terra cota, του beton lave, του ξύλου και μαρμάρου.

Έργο του υψώνεται πάνω από το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης στο πάρκο του Αλκαζάρ.

gliptiki filolaos m

Το μνημείο της Εθνικής αντίστασης, έργο του Λαρισαίου γλύπτη Φιλόλαου (Τλούπα)
Φωτογραφία: Αρχείο Β. Τσολάκη

Η Νέλλα Γκόλαντα γεννήθηκε στην Αθήνα, και η καταγωγή της είναι από Λάρισα. Είναι απόφοιτος της Α.Σ.Κ.Τ. Αρχίζει την καλλιτεχνική της ζωή κάνοντας γκραβούρες και μωσαικά από το 1959 μέχρι το 1966. Κερδίζει το δεύτερο βραβείο στην 9η BIENNALE της Αλεξάνδρειας με τις γκραβούρες της και συμμετέχει με γλυπτά έργα στην 12η BIENNALE του Σαν Πάολο. Κάνει προτάσεις για μνημεία στην ύπαιθρο, «Προτάσεις για εξανθρωπισμό του περιβάλλοντος xώρου», οι οποίες είναι τρισδιάστατες, συνθέσεις από μπετόν και πέτρα.

Έργα της βρίσκονται σε μουσεία και συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έως σήμερα έχει συμμετάσχει σε πολλές Biennale γλυπτικής τοπίου λαμβάνοντας διακρίσεις σε επίπεδο φιναλίστ. Για τις εικαστικές επεμβάσεις στο δημόσιο χώρο έχουνε γίνει εκτενείς δημοσιεύσεις σε ειδικά αρχιτεκτονικά βιβλία και περιοδικά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Γερμανία, Ιταλία, Αγγλία, Ισπανία, Γαλλία Βραζιλία).

Έργα της Νέλλας Γκόλαντα, δυο «Γλυπτοί ποταμοί», κοσμούν τις πλατείες Κεντρική και Ταχυδρομείου.

gliptiki gkolanta potamos1 m

                     gliptiki gkolanta potamos2 m

Πλατεία Ταχυδρομείου και Α΄& Β΄ τμήμα «Γλυπτού Ποταμού» (1992-96). Έργο της γλύπτριας Νέλλας Γκόλαντα
Φωτογραφία: Αρχείο Ν. Γκόλαντα

 

Κεντρική Πλατεία Λάρισας και Γ΄ τμήμα του Γλυπτού Ποταμού (1996-98). Έργο της γλύπτριας Νέλλας Γκόλαντα
Φωτογραφία: Αρχείο Ν. Γκόλαντα

Λογοτεχνία

Η λογοτεχνική δραστηριότητα διακρίνεται σε δύο χρονικές περιόδους. Την μεσοπολεμική και την μεταπολεμική περίοδο:

Μεσοπόλεμος - Γενιά του '30

Καθώς προχωρούμε στον εικοστό αιώνα οι νέοι πληθυσμοί που συρρέουν στην πόλη διαμορφώνουν σιγά σιγά συνείδηση Λαρισινού αντιμετωπίζοντάς την ως «δική τους πόλη». Είναι χαρακτηριστικό ότι καθώς ωριμάζει η συνείδηση του «Λαρισινού» παράγονται και αντίστοιχα έργα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Επαμεινώνδας Γ. Φαρμακίδης στα 1926 θα συγγράψει ένα έργο αναφοράς για την ιστορία της Λάρισας, την τοπογραφική και ιστορική μελέτη «Η Λάρισα - από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα».

Όταν λοιπόν οι προσελθόντες πληθυσμοί των γύρω περιοχών αποκτούν μια σχετική ομοιογένεια η οποία βασίζεται περισσότερο στην κοινότητα βιωμάτων που προκύπτουν από την συμβίωση στον ίδιο τόπο, τότε μόνο παγιώνεται η κατάσταση και στη λογοτεχνία αλλά και στον Τύπο της πόλης.

Επίσης, την δεκαετία του τριάντα εμφανίζεται και ο γνωστότερος ίσως λογοτέχνης της Λάρισας, κι από τους σημαντικότερους της γενιάς του, ο Μ. Καραγάτσης (1908-1960) ψευδώνυμο του Δημήτριου Ροδόπουλου.

Γενικά, την περίοδο του μεσοπολέμου και ιδιαίτερα από το1922 και μετά, καθώς απομακρυνόμαστε από τις συνέπειες των πολέμων παρατηρείται στη Λάρισα μια οικονομική και πνευματική άνθιση. Οι νέοι αναπτύσσουν εκδρομική, αθλητική ζωή, ξεκινούν να γνωρίσουν την Ελλάδα, ιδρύεται ο «Ελληνικός Ορειβατικός Σύνδεσμος», οργανώνουν συλλόγους για διαλέξεις. Έρχονται ομιλητές από την Αθήνα. Λειτουργούν φιλολογικά σαλόνια όπως αυτό της Λιλής και του Αποστόλη Κολτσιδόπουλου. Η τοπική εφημερίδα «Ελευθερία» πλέον διαθέτει δεκαπενθήμερη φιλολογική σελίδα.

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Ο Μ. Καραγάτσης (1908, Αθήνα-1960, Αθήνα) ψευδώνυμο του Δημήτριου Ροδόπουλου. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και πολιτικός, με καταγωγή από την Πελοπόννησο, αλλά εγκατεστημένος στη Λάρισα. Η μητέρα του Ανθή Μουλούλη καταγόταν από τον Τύρναβο. Ο συγγραφέας ήταν το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας. Το 1930 πήρε πτυχίο από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου είχε συμφοιτητές τους Οδ. Ελύτη, Αγγ. Τερζάκη και Γ. Θεοτοκά.

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1927 με το διήγημα «Η κυρία Νίτσα». Ήταν αυτοβιογραφικό διήγημα εμπνευσμένο από τον παιδικό του έρωτα για μια εικοσάχρονη δασκάλα του στο δημοτικό σχολείο στη Λάρισα. Έως το1933 ασχολείται μόνο με το διήγημα. Το πρώτο του μυθιστόρημα ήταν «Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν», το 1933, με το οποίο εγκαινιάζεται η περίοδος της ωριμότητάς του. Το μυθιστόρημα αυτό είναι το πλέον «λαρισινό». Αναφέρεται στη ζωή του Ρώσου στρατιωτικού Βασίλι Νταβίντωφ, ο οποίος μετά την Ρωσική Επανάσταση βρέθηκε στη Λάρισα και εργαζόταν στη Γεωργική Σχολή.

Ο Καραγάτσης διατηρεί τη θέση του ως ένας από τους αγαπημένους συγγραφείς και για τις σύγχρονες γενιές των αναγνωστών που εκτιμούν την αφηγηματική του τόλμη, την ανατρεπτική του διάθεση, την αντικομφορμιστική ηθική του και συνάμα τον συναισθηματισμό των έργων του.

Ο Καραγάτσης ακόμα και όταν είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα, επέστρεφε συχνά στη Λάρισα όπου ζούσε η αδερφή του (μάλιστα είχε διατηρήσει ένα κύκλο ανθρώπων που αγαπούσε και έκανε παρέα: το φωτογράφο Τάκη Τλούπα, το γλύπτη Φιλόλαο (Τλούπα), το δικηγόρο Ζαρίμπα κ.α.).

Εργογραφία
Μυθιστορήματα: «Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν» 1933, «Χίμαιρα» 1936 αναθεωρημένο ως «Η Μεγάλη Χίμαιρα» 1953, «Γιούγκερμαν» 1938, «Τα στερνά του Γιούγκερμαν» 1941 (προηγούμενη μορφή του έργου ήταν οι δύο νουβέλες «Το βουνό των λύκων» και «Ο γυρισμός του Γιούγκερμαν»), «Λειτουργία σε λα ύφεσις» 1943, «Νυχτερινή ιστορία» 1943, «Το χαμένο νησί» 1943, «Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου» 1944, «Ο μεγάλος ύπνος» 1946, «Αίμα χαμένο και κερδισμένο» 1947, «Τα στερνά του Μίχαλου» 1949, «Άμρι α Μούγκου (Στο χέρι του Θεού)» 1954, «Ο θάνατος κι ο Θόδωρος» 1954, «Ο κίτρινος φάκελος» (Α΄και Β΄) 1956, «Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων», μαζί με τους Ηλ.Βενέζη, Αγγ. Τερζάκη, Στ. Μυριβήλη 1958, «Σέργιος και Βάκχος» (Α΄και Β΄) 1959, «Το 10» (ημιτελές) 1964, «Η θαυμαστή ιστορία των αγίων Σέργιου και Βάκχου» 1973.

Συλλογές διηγημάτων: «Το συναξάρι των αμαρτωλών» 1935, «Η λιτανεία των ασεβών» 1940, «Νυχτερινή ιστορία» 1943, «Το μπουρίνι» 1943, «Πυρετός» 1945, «Το νερό της βροχής» 1950, «Το μεγάλο συναξάρι» 1951, «Η μεγάλη λιτανεία» 1956, «Νεανικά διηγήματα» 1993, «Ιστορίες αμαρτίας και αγιοσύνης» 2000.

Κριτική: «Κριτική Θεάτρου 1946-1960» 1999.

Άλλα έργα: «Βασίλης Λάσκος» 1948, μυθιστορηματική βιογραφία: «Η Ιστορία των Ελλήνων» 1952, σενάριο της κινηματογραφικής ταινίας «Καταδρομή», που σκηνοθέτησε ο ίδιος «Το μπαρ Ελδοράδο», θεατρικό, 1946, «Κάρμεν», θεατρικό, 1948, «Περιπλάνηση στον κόσμο», 2002, ταξιδιωτικό

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Ο Αποστόλης Σπήλιος (1909-1976) ψευδώνυμο του Αποστόλη Κολτσιδόπουλου είναι ακριβώς ένα παράδειγμα διανοούμενου και φιλότεχνου Λαρισαίου αστού, ο οποίος εντάχθηκε από πολύ νωρίς στο ΚΚΕ, μάλιστα δικάστηκε σε τρία χρόνια φυλακή με αναστολή επειδή ήταν ανήλικος από το στρατοδικείο την περίοδο της δικτατορίας Παγκάλου. Στα γράμματα παρουσιάστηκε στη «Διάπλαση των Παίδων» και κατόπιν στο φιλολογικό περιοδικό του Πέτρου Πικρού «Πρωτοπόροι» με το ψευδώνυμο Αποστόλης Ίσκρας και το ποίημα «Επανάσταση».

Από την αρχή της δεύτερης δεκαετίας του μεσοπολέμου, όταν έχει συμπληρώσει τα είκοσι χρόνια μετατρέπει το σπίτι του, στην οδό Πολυκάρπου, πολύ κοντά στον Άγιο Αχίλλιο, σε φιλολογικό σαλόνι. Ο Σπήλιος επηρεασμένος από τη νεοτερική ποίηση του μεσοπολέμου δημοσιεύει λυρικά ποιήματα με το ψευδώνυμο Α. Ροής. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το 1942—1943 αναλαμβάνει την παράνομη έκδοση της εφημερίδας του ΕΑΜ «Αλήθεια» που εκδίδεται στο σπίτι του. Ο Κώστας Καραγιώργης τον τοποθετεί στο συντακτικό προσωπικό της εφημερίδας «Ρήγας» και «Κόκκινης σημαίας» και μετά το Νοέμβριο του 1944 στο «Ριζοσπάστη» όπου γράφει το χρονογράφημα. Με το τέλος του εμφυλίου περνάει στην πολιτική προσφυγιά και επιστρέφει στην Ελλάδα το 1964. Το 1967 η δικτατορία των συνταγματαρχών τον εκτοπίζει για δυο χρόνια στη Λέρο. Πεθαίνει το Φεβρουάριο του 1976.

Το έργο του δημοσιογραφικό και λογοτεχνικό είναι: α) Τα χρονογραφήματά του (στα οποία ξεχωρίζουν τα ηθογραφικά με ηρωίδα και μόνιμο γραφικό τύπο την λαρισινή «Ελενίτσα», β) τα λυρικά και σατιρικά ποιήματά του, γ ) ένα θεατρικό έργο με τον τίτλο «Φροντιστήριο ξένων γλωσσών», δ) μια νουβέλα «Ερωτική ιστορία» (1968) και ε) τα μυθιστορήματα «Στου δρόμου τη στροφή» (α' έκδοση 1955 και β' 1975), και άλλο ένα άτιτλο, ημιτελές και αυτοβιογραφικό.

Το μυθιστόρημα «Στου δρόμου τη στροφή» είναι ένα ρεαλιστικό μυθιστόρημα γραμμένο με την κλασική συνταγή της δημιουργίας αντιπροσωπευτικών τύπων εμπνευσμένο από την Εθνική Αντίσταση και μάλιστα της Λάρισας. Το δεύτερο μυθιστόρημά του που γράφτηκε πριν τον πόλεμο, αναφέρεται στα γεγονότα και τα πρόσωπα της μεσοπολεμικής Λάρισας καθώς και στην εδραίωση του κομμουνιστικού κινήματος στην πόλη. Πρόκειται για ένα βιβλίο ιδιαίτερα σημαντικό για την πολιτική ιστορία της Λάρισας που ίσως κάποια στιγμή να εκδοθεί.

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Στην ίδια γενιά και στο ίδιο πολιτικό και ιδεολογικό κλίμα με τον Αποστόλη Σπήλιο (Κολτσιδόπουλο) ανήκει και ο Μιχάλης Μ. Παπαϊωάννου (1912 - 1995) ο οποίος γεννήθηκε στη Λάρισα, όπου υπηρέτησε σαν δημοτικός υπάλληλος από το 1928 έως το 1939.

Έπειτα εργάστηκε σε εταιρίες οδοποιίας. Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο διετέλεσε συντάκτης σε εφημερίδες της Εθνικής Αντίστασης και αρχισυντάκτης του περιοδικού «Εθνική Αλληλεγγύη» (1946) στην Αθήνα και συντάκτης και φιλολογικός συνεργάτης στις εφημερίδες «Αυγή» (1952-1957) και «Ριζοσπάστης» (1975-1981). Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας έζησε αυτοεξόριστος στη Γαλλία. Επιμελήθηκε πολλές εκδόσεις - ανάμεσα σ αυτές και η πεντάτομη «Ελληνική Ποίηση ανθολογημένη» 1958-1961, μαζί με τους Μ. Αυγέρη, Β. Ρώτα και Θρ. Σταύρου και τον τόμο «Φαναριώτες – Επτανήσιοι» του έργου: «Η ελληνική ποίηση», Ανθολογία, Γραμματολογία, 1980.

Ο Μ.Μ. Παπαϊωάννου δεν παρήγαγε δημιουργική λογοτεχνία αλλά υπήρξε ένας σημαντικός κριτικός της νεοελληνικής γραμματολογίας ο οποίος, συνεχίζοντας την παράδοση του Μάρκου Αυγέρη, με ευδιάκριτα ιδεολογικά και αισθητικά κριτήρια επηρέασε βαθιά την ελληνική κοινωνιολογική λογοτεχνική κριτική.

Εργογραφία
«Ιστορικά σημειώματα της Μονής Σπαρτού στον Όλυμπο - Η Επανάσταση του 1821 - 1822» (1940). «Γόλος - Βόλος και τα συγγενή σλαβικά τοπωνύμια στην Ελλάδα» (1947). «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης» (1948). «Φιλολογικές Μελέτες» (1952). «Χριστόφορος Περραιβός» (1956). «Οι αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ανάτυπο από την "Οικονομική Ερευνα"» (1963). «Ιω. Οικονόμου Λογιωτάτου, Επιστολαί διαφόρων» (1964). «Ν. Καρβούνη, διηγήματα, έκδοση Ινστιτούτου Γιάννη Κορδάτου» (1967). «Ελληνική Ποίηση ανθολογημένη» (συνεργασία με τους Αυγέρη, Ρώτα, Σταύρου, 1975). «Φαναριώτες - Εφτανήσιοι (Ανθολογία)» (1980). «Το κωμειδύλλιο» (1983). «Κώστας Βάρναλης, μελέτες» (1985). «Από τον Ψυχάρη στον Γληνό, μελέτες» (1986). «Ιω. Οικονόμου Λογιωτάτου, Ιστορική Τοπογραφία της Θεσσαλίας – «Αληθινή Ιστορία» Λουκιανού» (1989). «Κ. Βάρναλη "Προσκυνητής"» (1991). «Δημοτικό Τραγούδι και λαϊκός πολιτισμός» (1991). «Η Παρισινή Κομμούνα 1871 και η Ελλάδα» (1995).

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Μεταπολεμικοί Λογοτέχνες

Στη Λάρισα της περιόδου 1945-1967 οι μεταπολεμικοί λογοτέχνες της έζησαν και δημιούργησαν αποκομμένοι, συχνά μέσα σε μια αφόρητη- κοινωνική μοναξιά. Όσοι δημιουργοί δεν έφυγαν (όπως ο μεγαλύτερος σε ηλικία Δαμιανός Βουλγαράκης, η Βασιλική Παπαγιάννη και ο Μάκης Λαχανάς) προς τα μεγάλα αστικά κέντρα, υπόφεραν – έφτασαν, τρόπος του λέγειν, να «μισήσουν» την πόλη τους. Ωστόσο δεν θα διστάσουν. Είναι αυτοί που θα καταγράψουν στο έργο τους τον «επαρχιωτισμό», τη «μικρόνοη ηθική» και τον ραγδαία ανερχόμενο «μικροαστισμό» της νεόπλουτης πόλης του κάμπου.

Άλλοι θα μεταναστεύσουν στην Αθήνα (όπως ο Γιάννης Νεγρεπόντης και ο Κώστας Τσιρόπουλος).

Ο αγώνας της θεσσαλικής αντίστασης εναντίον των κατακτητών θα επηρεάσει καθοριστικά τη θεματική πολλών από αυτούς. Η σύντομη παρουσία του διανοούμενου δημοσιογράφου του «Ριζοσπάστη» Κώστα Βιδάλη (ο οποίος θα δολοφονηθεί το 1946 στο χωριό Μελία), και κυρίως του Γιώργου Κοτζιούλα (Ραψίστα1909- Αθήνα 1956) στη Λάρισα το 1945, θα επηρεάσει τους νέους Λαρισαίους διανοούμενους. Ο Κοτζιούλας όσο βρίσκεται στη Λάρισα εκδίδει το «Θεσσαλικό παζάρι 1945» στο οποίο δίνει μια εξαιρετική λαϊκή περιγραφή του παζαριού της Λάρισας “διδάσκοντας” τους ντόπιους πως η πεζογραφία της περιφέρειας οφείλει να κινηθεί σε ένα ρεαλιστικό και βιωματικό κλίμα.

Βλέπουμε λοιπόν ότι οι λογοτέχνες της Λάρισας που παραμένουν στη πόλη προσχωρούν σε μια λογοτεχνία της μαρτυρίας την οποία και αναδεικνύουν από το βίωμα στη γραφή. Στο ίδιο κλίμα της μαρτυρίας, εντάσσονται οι απανωτές καταθέσεις και μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τη θεσσαλική αντίσταση και τα πέτρινα χρόνια ιδίως μετά την πτώση της δικτατορίας, όταν οι αγωνιστές νιώθουν ελεύθεροι να μιλήσουν. Σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιοι από αυτούς οδηγούν το λόγο τους σχεδόν στα πρόθυρα της λογοτεχνίας. Ενδεικτικά αναφέρω τα κείμενα του Μίμη Μπουκουβάλα που επεξεργάστηκε ο Αλέξης Σεβαστάκης, του Κώστα Γκριτζώνα, του Λάζαρου Αρσενίου, του Ρίζου Μπόκοτα, της Βαγγελίτσας Σαμαρά και του Κώστα Παπαγαρυφάλλου (διευθυντή της ΕΑΜικής εφημερίδας «Αλήθεια»), ο οποίος με το «Θολό ποτάμι» δίνει ένα χρονικό-μαρτυρία (1922-1948) που τελειώνει με την εκτέλεση του αδερφού του Γιάννη Παπαγαρυφάλλου.

Ο μόνος από τους Λαρισινούς της μεταπολεμικής γενιάς που μένει στη Λάρισα και δεν προσχωρεί στη λογοτεχνία της μαρτυρίας είναι ο ψυχίατρος Μάκης Λαχανάς.

Τέλος, από τους Λαρισαίους της διασποράς ξεχωρίζει ο «αθέατος» Κώστας Τσιρόπουλος (Λάρισα, 1930) [χρησιμοποίησε και τα ψευδώνυμα «Κώστας Ευαγγέλου», «Μηνύτο»]. Εκδότης και διευθυντής ενός από τα μακροβιότερα μεταπολεμικά περιοδικά, της «Ευθύνης», και ιδρυτής του εκδοτικού οίκου «Οι Εκδόσεις των Φίλων», παραμένει για τους πολλούς ένας γνωστός άγνωστος αλλά πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική φυσιογνωμία των ελληνικών γραμμάτων.

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Ο Λαρισαίος δημοσιογράφος Δαμιανός Βουλγαράκης είναι εκείνος που θα επηρεαστεί περισσότερο από την πένα του Κοτζιούλα τόσο στον ποιητικό όσο και στον πεζό του λόγο(ο Κοτζιούλας όσο βρίσκεται στη Λάρισα εκδίδει το «Θεσσαλικό παζάρι 1945», «διδάσκοντας» τους ντόπιους πως η πεζογραφία της περιφέρειας οφείλει να κινηθεί σε ένα ρεαλιστικό και βιωματικό κλίμα).

Η ποίησή του κινείται αρχικά στα χνάρια του νεοσυμβολισμού και του νεορομαντισμού όπως εκφράστηκαν μέσα από την παραδοσιακή στιχουργική ποιητών όπως ο Τέλλος Άγρας και ο Ουράνης αλλά σταδιακά απελευθερώνεται από αυτές τις επιρροές και προχωρεί σε νεοτερικές ποιητικές φόρμες.

Εργογραφία
Ποίηση: «Δρόμοι δίχως τέλος», «Κάτω από τον άδειο ουρανό», «Ωκεανοί», «Το νησί της Καλυψώς», «Φως απ’ το παράθυρο», «Κραυγές», «Νιρβάνα», «Ένα παιδί....», «Άδειες ώρες», «Η Γυναίκα που χτυπούσε τη θάλασσα» , «Οδοιπόροι», «Εκ βαθέων», «Φωτοσκιάσεις», «Ποιήματα και πέντε λαϊκές επιθυμίες ζωντανές». Πεζά: Δασκαλίτσα (Νουβέλα), Σε περίμενα να γυρίσης (Νουβέλα), Λίβας (Διηγήματα), Άγριος άνεμος (Ρομάντσο), Σφαγή στο Δομένικο (Χρονικό Κατοχής), 1283 Ημέρες σκλαβιάς (Χρονικό), Τρεμπεσίνα (Πολεμικό αφήγημα), «Ημερολόγιο στρατοπέδου» (Χρονικό κατοχής), «Αλβανία» (Αφήγημα του πολέμου). Θέατρο: «Η Ταβέρνα του μπαρμπα Λόλα»

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Η Βασιλική Παπαγιάννη γεννήθηκε στη Λάρισα το 1927. Ως έφηβη, έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος της ΕΠΟΝ. Στα είκοσι πέντε της σπούδασε Οικονομικές και Πολιτικές Επιστήμες στο Α.Π.Θ. και επέστρεψε στη Λάρισα όπου ζει παντρεμένη με το δικηγόρο Σταύρο Παπαγιάννη.

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1952. Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά «Επιθεώρηση Τέχνης», «Αντί», «Νέα Εστία», «Θέματα Λογοτεχνίας», «Ελίτροχος», σε «Ημερολόγια» της Εταιρείας Συγγραφέων, και στον περιοδικό Τύπο. Τα βιώματά της από την Κατοχή και την Θεσσαλική Αντίσταση αλλά και από την κυριαρχία του μικροαστικού επαρχιωτισμού που επακολούθησε, θα αποτελέσουν την πρώτη ύλη για τα διηγήματα, τις νουβέλες και τα μυθιστορήματά της.

Η Βασιλική Παπαγιάννη κατέχει κεντρική θέση όχι μόνο στη λογοτεχνία της Λάρισας αλλά είναι από τις εξέχουσες πεζογράφους της μεταπολεμικής γενιάς. Το έργο της χαρακτηρίζει ο ρεαλισμός, η ικανότητα ψυχογράφησης των ηρώων, η σφιχτή συγκρότηση της αφηγηματικής δομής και η λεπτοδουλεμένη γλώσσα των κειμένων της.

Εργογραφία
«Καταχνιά» 1964, «Ανάγνωσμα πριν τη βραδυνή προσευχή» 1972, «Το επιφώνημα της φωτιάς» 1979, «Επαρχιώτες» 1984. Διηγήματα: «Ώριμη νιότη» 1974, «Χαλάσματα» 1992 Νουβέλα, «Κυράνω. Μνήμη της μητέρας μου» 1990 μυθιστορηματική βιογραφία, «Ξένη» 1999 μυθιστόρημα, «Ηττημένοι. Χρονικό Βαγγέλη Γιαννόπουλου» 1988, «Achtung. Καταγραφές από την εποχή της νύχτας» 1999, «Κραυγές της μνήμης. Μαρτυρία» 2005.

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

Ο ψυχίατρος Μάκης Λαχανάς γεννήθηκε στη Λάρισα το 1924. Ο Σωτήρης Παστάκας δεν δίστασε να τον μνημονεύσει ως λογοτεχνικό αντίστοιχο του φωτογράφου Τάκη Τλούπα.

Πρόκειται για μια σημαντική προσωπικότητα στο χώρο της λογοτεχνίας της Λάρισας και όχι μόνο για το έργο του καθαυτό αλλά και για την συμβολή του στην έκδοση του περιοδικού «Σπαρμός». Πρόκειται για ένα διανοούμενο, δραστήριο, πολυπράγμων, ανήσυχο, διατήρησε μια στάση κριτικής και αμφισβήτησης απέναντι στην κοινωνική, πολιτική και λογοτεχνική ζωή της Λάρισας γεγονός που τον έφερε συχνά στα όρια του εστετισμού. Διακρίθηκε ως μεταφραστής φέρνοντας σε επαφή τους Λαρισαίους με σημαντικά ονόματα της ξένης (κυρίως της γερμανόφωνης) λογοτεχνίας.

Έγραψε θέατρο και παρουσίασε θεατρικό αναλόγιο στη Λάρισα. Δεν δίστασε ακόμη να εκθέσει έργα ζωγραφικής με μεγάλη επιτυχία. Σε σχέση με το έργο του Μάκη Λαχανά, υπάρχει ακόμη ανέκδοτο υλικό το οποίο - ως απόσταγμα μνήμης - αναφέρεται στην Λάρισα και στους ανθρώπους της.

Εργογραφία
«Αλιγάτορες», Αθήνα Έψιλον, 1990. «Beckett, Samuel. Μονόπρακτα», μετάφραση Μάκης Λαχανάς, Αθήνα Δωδώνη 1990. «Strindberg, August. Η καταιγίδα», μετάφραση Μάκης Λαχανάς, Αθήνα Έψιλον, 1991. «Ο Βαζαρέλι είναι εδώ: Τέσσερα μονόπρακτα», Αθήνα Δωδώνη, 1991. «Χωρίς σύνορα» Αθήνα Έψιλον, 1993. «Η επιστροφή του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων» Αθήνα Έψιλον, 2002.

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

O ποιητής Γιάννης Νεγρεπόντης, (Λάρισα 1930 - Αθήνα 1991), ψευδώνυμο του ποιητή και στιχουργού Γιάννη Ξυνοτρούλια, εγκατέλειψε πολύ νωρίς τη Λάρισα και δεν διατήρησε ιδιαίτερους δεσμούς μαζί της. Ωστόσο το κλίμα της πόλης των νεανικών του χρόνων τον επηρεάζει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αν ο Λαχανάς, η Παπαγιάννη και ο Νεγρεπόντης έχουν κάτι κοινό, αυτό είναι η απαξιωτική και σαρκαστική αντιμετώπιση του μικροαστισμού. Μόνο που στην περίπτωσή του η σατιρική διάθεση συνάντησε και την επιρροή του Μποστ.

Ο Νεγρεπόντης σπούδασε αρχαιολογία στο πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά "Ελληνική δημιουργία", "Επιθεώρηση Τέχνης" και με τις εφημερίδες "Η Καθημερινή", "Η Αυγή" καθώς και με την ΕΡΑ. Μετά το 1967 ασχολήθηκε με τη στιχουργία. Στίχοι του μελοποιήθηκαν από τους Μίκη Θεοδωράκη, Μάνο Λοϊζο, Χρήστο Λεοντή και Λουκιανό Κηλαηδόνη.

Το 1958 με την πρώτη του ποιητική συλλογή «Πρόσωπα και Χώρος» παρουσιάζει την ποιητική θεματική του: τον Έλληνα μικροαστό και μεσοαστό στο χάος της μεταπολεμικής μεγαλούπολης.

Σημαντικότερα έργα του είναι οι «Καθημαγμένοι» (1960), μια καταγραφή των καθημερινών συμβιβασμών του μεσοαστού και νεοαστού της μεταπολεμικής πόλης. Στα «Μικροαστικά» (1974), λιτός συνοπτικός κι ακριβολόγος, ο Νεγρεπόντης σατιρίζει με παιγνιώδη διάθεση τον μικροαστισμό.

Το σημαντικότερο ποιητικό έργο του είναι το «Φυλάττειν Θερμοπύλας» (1971) γραμμένο το 1968 στο Παρθένι της Λέρου, όπου ο Νεγρεπόντης βρισκόταν εξόριστος στη διάρκεια της δικτατορίας. Φυγαδεύτηκε από το στρατόπεδο γραμμένο σε μικρά τσιγαρόχαρτα, κρυμμένα στην κορνίζα ενός αυτοσχέδια συναρμολογημένου πίνακα που έστειλε σε φίλους του. Μετά την αντιγραφή του, το ποίημα κυκλοφόρησε από χέρι σε χέρι, στην Ελλάδα ως την έκδοσή του, το 1971 (κυκλοφόρησε και στα γερμανικά, σε μια θαυμάσια έκδοση με χαρακτικά του μεγάλου Κρις Χάμπερ).

Καθώς μπαίνουμε στη δεκαετία του '60 στη Λάρισα και τα αιτήματα του εκδημοκρατισμού επανακάμπτουν πιεστικά, στη Λάρισα παρουσιάζονται τα πρώτα δείγματα της εκκίνησης μιας πνευματικής άνθησης που έμελλε βέβαια να απομείνει ημιτελής εξαιτίας της επιβολής της δικτατορίας των συνταγματαρχών.

Εργογραφία
Ποίηση : «Πρόσωπα και Χώρος» (1958), «Καθημαγμένοι» (1960), «Ιφιγένεια» (1961), «Δωρήματα» (1963), «Άδιον ουδέν έρωτος» (1971), «Φυλάττειν Θερμοπύλας» (1971), «Μικροαστικά» (1974), «Τα καράβια της Αργυρώς» (1976), «Τραγούδια νέγρικα , απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, μεγαλοαστικά, χιουμοριστικά , λαϊκά, το τσίρκο» (1956), «Συνάντηση» (1967) εκτός εμπορίου, «Φεμινιστικά» (1981), «Περσεφόνη», (1986), «Ορέστης πυρπολούμενος» (1992), μεταθανάτια έκδοση, «Λίγο μετά τη σιωπή», ανέκδοτα ποιήματα, (2001).

Πεζά: «Έγκλειστοι» (1965), «Ο καθρέφτης και άλλες πρόζες» (1993), «Ένας μπόμπος πολύ αριστερός» (1983), «Ο κύριος Χ» (1981), «Ο γάμος η διαθήκη και οι έρωτες» (1981), «Το διπλανό δωμάτιο» (1982), «Είμαι Έλλην το καυχώμαι και εξ αυτού μύρια όσα κακά έπονται» (1992), μεταθανάτια έκδοση.

Θέατρο: «Το μπουρίνι» διασκευή του Καραγάτση για το θέατρο.
Παιδικά: «15 παραμύθια» (1977), «Οι μπόμπιρες» (1979), «Ο φίλος μας ο Αίσωπος» (1979), «Κάτω από ένα κουνουπίδι» (1981), «Οι κατσαρίδες ποτέ δεν πεθαίνουν» (1986), «Τα όνειρα της Αντέλας» (1992)
Αποφθέγματα: «Το πεντάλεπτο με την Άννα Ματζουράνη» κείμενα για ραδιόφωνο, (1988), «Τα κομματάκια» (1986).

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008

O Κώστας Τσιρόπουλος (Λάρισα, 1930) σπούδασε νομικά στο ΑΠΘ και Ιστορία της Τέχνης στη Βαρκελώνη και στο Παρίσι. Για χρόνια ήταν τακτικός επιφυλλιδογράφος της εφημερίδας «Η Καθημερινή».

Έχει γράψει ποιήματα, πεζά, φιλοσοφικά και φιλολογικά δοκίμια, πραγματείες αλλά και ταξιδιωτικές διηγήσεις. Έχει, επίσης, μεταφράσει έργα πολλών Ισπανών και Γάλλων συγγραφέων και έχει επιμεληθεί (1997) τη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Δ. Π. Παπαδίτσα. Έχει τιμηθεί με το Β' Κρατικό Βραβείο δοκιμίου (1967), το Α' Κρατικό Βραβείο μυθιστορήματος (1979) και δύο φορές με το Βραβείο δοκιμίου του Ιδρύματος Ουράνη (1986 και 2003). Το 2006 τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη συνολική προσφορά του στα ελληνικά γράμματα.

Εργογραφία
Πεζά: Ωδείο για μοναχικές φωνές (1962), Ανάμεσα, σε νύχτες (1964), Εγκαυστική (1971), Μαύρο καλοκαίρι (1973), Τετράδιο παραισθήσεων (1979) Μεγάλη Εβδομάδα (1980), Μυστήριο (1988), Τελικά κείμενα. Α'. Τα ποιητικά κείμενα (1992), Τα φαντάσματα (1967), Μακρινό μοναχικό φεγγάρι (1972), Ο κυνηγός και τα αγρίμια (1974), Η επιθυμία (1978), Σκύλα και Χάρυβδις. Ένα μυθιστόρημα (1990), Η ανάπαυση των αθλητών. Διηγήματα (2000), Αφρικανικό ημερολόγιο (1964), Ισπανική σπουδή (1966), Αμερικανική ανθρωπογεωγραφία (1977),

Δοκίμια και μελέτες: Λόγος περί των παθών (1963), Αγωνιώδης θητεία. Δοκίμια για προβλήματα του παρόντος (1964), Μυστικός δείπνος (1965), Αυτοψία της εποχής (1966), Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια (1967), Η μαρτυρία του ανθρώπου (1968), Δοκίμια ευθύνης (1969), Εισαγωγή στη βυζαντινή διακοσμητική (1970), Μάθημα ελευθερίας (1973), Η αμφισβήτηση του κατεστημένου (1975), Οι προλαλήσαντες. Μελετήματα για φυσιογνωμίες του νέου ελληνισμού (1979), Ρομανική ζωγραφική-Βυζαντινή ζωγραφική (1980), Στη ζώνη του πυρός (1980), Πολιτισμός του σώματος (1981), Μουσική (1982), Το σημείο της στίξης (1984), Παιδεία ελευθερίας (1985), Αλφάβητο. Σημειώσεις νεοελληνικής λογοτεχνίας (1987), Μυστήριο (1988), Σημειώσεις γενικής δοκιμής (1993), Η υπόθεση του ανθρώπου. Αποτίμηση του εικοστού αιώνα (1995), Για την τρυφερότητα (1996), Η ετερότητα. Δοκίμιο για τον άλλο και τον ξένο (1998), Η καθημερινή αιωνιότητα (2000), .Ανάμεσα σε δύο αιώνες. Δοκίμια κρίσιμων καιρών (2002), Τα δοκίμια των Ελλήνων (2002), Η μόνωση ως συνομιλία (2003), Υλικά της λήθης (2005) κ.ά.

Πηγή: Ψύρρας, Θ., Η Λογοτεχνία στη Λάρισα από το 19ο στον 21ο αιώνα, Σχεδίασμα, Λάρισα, 2008


Επικοινωνία

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΙΣΑΙΩΝ
Ίωνος Δραγούμη 1
Τ.Κ. 41222

Τηλ. Κέντρο: 2413 500 200
E-mail: protokolo@larissa.gov.gr

Σχετικά

diavgeia m1

kairos 1